Τα χαρακτηριστικά εκείνων που αγαπούν εξαρτητικά - OneMagazino

Breaking

OneMagazino

www.magazino1.blogspot.gr

add

Σάββατο, Δεκεμβρίου 10, 2016

Τα χαρακτηριστικά εκείνων που αγαπούν εξαρτητικά

Artist: Delawer (λεπτομέρεια)
Όσοι συνδέονται εξαρτητικά, νιώθουν απεγνωσμένα την ανάγκη να ελέγχουν τον άνθρωπο που αγαπάνε.

«Η δυστυχία σε κάνει πάντα ν’ αναβάλλεις — έφυγε η ζωή…. οι φίλοι είχαν χαθεί κι οι εχθροί ήταν μικρόψυχοι για να μπορείς να τρέφεσαι απ’ το μίσος σου.» - Τ. Λειβαδίτης

Η εξάρτηση είναι μια κατάσταση στην οποία εμπλέκεται κάποιος, όταν στην προσωπικότητα του έχει εξαρτητικά στοιχεία που προκαλούνται από ελλείμματα κυρίως της παιδικής του ηλικίας.
Οι τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος ασκούν καταλυτική επίδραση στην δόμηση της αυτοεκτίμησης του και επιζητά μέσα από σχέσεις ή καταστάσεις, στις οποίες εμπλέκεται με πάθος, να θεραπευτεί μέσα από αυτές.

Τα αλλεπάλληλα γιατί, που έχουν στοιχειώσει την σκέψη του, σκηνοθετούν ένα πέπλο ομίχλης, το οποίο τον εμποδίζει να αντικρίσει καθαρά την πραγματικότητα όπως ξετυλίγεται και να πάρει αποφάσεις για την στάση που θα κρατήσει σε αυτήν.
Η προσκόλληση σε ένα άνθρωπο συντηρεί την ψευδαίσθηση ότι αυτή η σχέση θα του παρέχει το μαγικό φίλτρο που θα γιατρέψει τις πληγές του, θα τον σώσει από τον όλεθρο του παρελθόντος. 
Εκείνο που κυριαρχεί είναι το πάθος, ο έλεγχος, η τάση να αλλάξει ο ένας τον άλλον, η έλλειψη εκτίμησης, η πίεση, η ανυπομονησία, η υπερβολή κι η εξάρτηση του ενός από τον άλλον, η δεκτικότητα στον πόνο και ένα αίσθημα ανικανοποίητου, σαν κάτι να λείπει το οποίο δεν καλύπτεται ποτέ.

Η εξάρτηση υφαίνεται γύρω από την ανάγκη να καλυφθούν τα ελλείμματα και για αυτό εστιάζεται σε σημεία, από τα οποία θαμπώνονται και οι δυο και βιάζουν την σχέση, ώστε να πάρει ο ένας από τον άλλον, συχνά με αρπακτική διάθεση, αυτό που χρειάζονται για να ολοκληρωθούν.
Νιώθουν ασφάλεια και άνεση μόνο στην ομοιότητα, ενώ παραμένουν μαζί από φόβο, ανασφάλεια, μοναξιά. Οι φίλοι παραμελούνται, η κοινωνική ζωή περιορίζεται. Δεν μπορούν να ενθαρρύνουν ο ένας την εξέλιξη του άλλου, γιατί φοβούνται τις αλλαγές.
Υπάρχουν συναισθήματα ζήλειας, κτητικότητας, ανταγωνισμού, ανάγκη προστασίας των ‘κεκτημένων’, παθητική ή επιθετική χειραγώγηση και προσπάθεια αλλαγής του άλλου σύμφωνα με τα εκάστοτε πρότυπα.

Δεν υπάρχει αυτονομία, γιατί κατακυριεύονται από τα προβλήματα της σχέσης, από τις επιπτώσεις τους στα συναισθήματά τους και από την επίλυσή τους. Οι συζητήσεις γίνονται με βάση τις κατηγορίες, την υπεράσπιση του εαυτού ή τον χειρισμό του άλλου σε ένα αδιέξοδο κλίμα. Το σεξ αποτελεί μέσο πίεσης από φόβο, ανασφάλεια και ανάγκη για άμεση ικανοποίηση.
Όσοι συνδέονται εξαρτητικά, νιώθουν απεγνωσμένα την ανάγκη να ελέγχουν τον άνθρωπο που αγαπάνε, επειδή στην παιδική τους ηλικία η οικογένεια τους δεν μπορούσε να αποτελέσει πηγή προστασίας και ασφάλειας για εκείνους και προσπαθούσαν συνεχώς να ελέγξουν την κατάσταση για να μη ξεχειλίσει.

Έτσι έμαθαν να ελέγχουν τα συναισθήματά τους και να μην τα αφήνουν ελεύθερα να ξεδιπλώνονται σε μια συναισθηματική σχέση, επειδή καθετί μη ελέγξιμο εντείνει την ανασφάλεια και τον τρόμο του κενού, στον οποίο βυθίστηκαν στο παρελθόν.
Η δέσμευση με τους άλλους τούς προκαλεί πανικό, από τον οποίο προκειμένου να προστατευτούν, ελέγχουν τα συναισθήματά τους, τους ανθρώπους τους και την κατάσταση την οποία ζουν. Υπερπροστατεύουν, λυπούνται, υποδεικνύουν, κινώντας τα νήματα του άλλου, αλλά δε συνδέονται.
Αναζητούν συναισθηματική επαφή, αλλά, επειδή φοβούνται μήπως κατακλυστούν από τη δική τους ανάγκη για στοργή και φροντίδα, που έμεινε παραμελημένη χρόνια να επαιτεί, νιώθουν ασφάλεια μόνο αν διατηρούνται οι συναισθηματικές αποστάσεις και η αγωνία για την εξέλιξη της σχέσης.

Αρχίζουν να νιώθουν φόβο και ανασφάλεια, αν κάποιος τους δίνεται πρόθυμα και επειδή υποτιμούν την αξία τους, μειώνουν την αξία των συναισθημάτων που δέχονται.
Η οργή, η δυσαρέσκεια, η ενοχή σαρώνουν τον ήδη ισοπεδωμένο ψυχικό τους κόσμο και μια αδικαιολόγητη αυτοκριτική αναστέλλει τις προσπάθειες τους για λύτρωση, ενώ οι αναίτιες αλλαγές διάθεσης τους εξαιτίας της πυρπόλησης των συναισθημάτων που δεν βρίσκουν διαφυγή, απανθρακώνουν την δύναμη τους και συνθλίβουν τον ψυχισμό τους.
Ο παρορμητισμός εξαιτίας της έντασης των συναισθημάτων που προσπαθούν να αποφορτιστούν, αποδιοργανώνει την σκέψη τους και αποσυντονίζει τις πράξεις τους.

Η παθητικότητα εναλλάσσεται με την επιθετικότητα, ώσπου αυτά τα δυο σχηματίζουν ένα φαύλο κύκλο στον οποίο εγκλωβίζονται. Δεν ασχολούνται με σημαντικές αποφάσεις της ζωής τους, με τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους και δεν αξιοποιούν τα συναισθήματα τους, προκειμένου να πάρουν τις σωστές επιλογές για την βελτίωση της ζωής τους, αλλά ξοδεύουν την ενεργητικότητα τους με λάθος τρόπο.
Είναι εθισμένοι στον συναισθηματικό πόνο, γιατί έζησαν με αυτόν και αποτελεί πλέον αναπόσπαστο τμήμα του εαυτού τους. Επειδή η ψυχή τους έχει απορροφήσει οδύνη, αναζητούν έντονες συναισθηματικές εμπειρίες, ανακυκλώνοντας την αγωνία που νιώθουν, γιατί δυσκολεύονται να αποδεχτούν τα επώδυνα συναισθήματα που υπάρχουν μέσα τους τον πόνο, τον φόβο, την οργή και να μάθουν να τα αξιοποιούν.

Η σκέψη αποπροσανατολίζεται και προσωρινά ο πόνος καταλαγιάζει, εξαιτίας του ενθουσιασμού που προσφέρει η νέα σχέση, που τρέφει τις ψευδαισθήσεις τους. Αυτοί οι άνθρωποι βέβαια αποδεικνύονται για μια ακόμα φορά ο εφιάλτης τους και αναβιώνουν τα ίδια συναισθήματα μαζί τους, μπαίνοντας σε ένα λαβύρινθο χωρίς διέξοδο και για τους δυο τους, ώσπου έρχεται η κατάθλιψη να σκεπάσει με το θολερό της μανδύα τη ζωή τους.
Οι επιτυχίες σε επαγγελματικό ή μορφωτικό επίπεδο δεν τους προσφέρουν ικανοποίηση, γιατί δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την αποτυχία που αισθάνονται κάθε φορά που ο σύντροφος δεν ανταποκρίνεται στα συναισθήματά τους, τη ματαίωση που σα θύελλα ανεμοδέρνει την ελπίδα τους, την προδοσία που εξαργυρώνει την ανέλπιδη προσπάθεια τους.

Έτσι η αυτοπεποίθηση τους μειώνεται συνεχώς, η θετική εικόνα του εαυτού συρρικνώνεται, τα συναισθήματα αποτυχίας τούς κατακλύζουν, ενώ σιγά-σιγά εξασθενούν τα ενδιαφέροντά τους, μέχρι που χάνονται. Δεν απολαμβάνουν την χαρά, γιατί φοβούνται πως πάντα κάτι κακό θα συμβεί που θα ανατρέψει την αισιοδοξία τους και θα επιφέρει τον όλεθρο, οπότε η ελπίδα δεν βρίσκει μια γρίλια ελευθερίας να τους διαπεράσει και να τους φωτίσει.
Αισθάνονται πως κάτι δεν πάει καλά με εκείνους, ντρέπονται για τον εαυτό τους, δεν προβάλλουν τα επιτεύγματά τους, κι όταν το κάνουν κατακλύζονται από δυσβάσταχτα αμφιθυμικά συναισθήματα που επισκιάζουν την ικανοποίησή τους, γιατί υπόγειες κραυγές απαξίωσης γιγαντώνουν τους φόβους τους, που με τις φλόγες τους καίνε την επιθυμία τους.

Οι σπόροι της επιθυμίας τους φυτρώνουν σε μια Προκρούστεια κλίνη, όπου όταν συνειδητοποιήσουν πως αυτό που λαχταρούν είναι μεγαλύτερο από εκείνο που τους υπαγορεύει η σκιώδης τους εικόνα, το πετσοκόβουν αλύπητα, ενώ, αν είναι μικρότερο, το επικρίνουν αυστηρά, τραβώντας χωρίς έλεος τα άκρα του, να μεγαλώσει πρόωρα και ας συρρικνώνεται εκείνο τελικά κάτω από την αδίστακτη κριτική τους.

Σταδιακά έρχονται τα επαγγελματικά και οικονομικά προβλήματα να τους αποδυναμώσουν, η συναισθηματική δυσφορία τυλίγεται σαν βρόχος στο λαιμό τους, και ο αέρας ελευθερίας παύει να πνέει στις αποφάσεις τους.
Αρχίζουν να αποφεύγουν ανθρώπους που διευκολύνουν το αίσθημα απελευθέρωσης μέσα τους, γιατί τους κάνουν να έρχονται σε επαφή με την αλήθεια τους και επιλέγουν εκείνους που τους ελέγχουν και τους κρατούν αιχμάλωτους στην παθητική τους στάση, εξουσιάζοντας τα συναισθήματά τους, όπως κάνουν και εκείνοι στα δικά τους.

Η εύθραυστη ψυχική τους υγεία εντείνει την εξαρτητική τους διάθεση και εμφανίζονται συμπτώματα όπως λαιμαργία ή ανορεξία, η εξάρτηση από το αλκοόλ, τα χάπια, ή κατατρύχονται από ψυχικές διαταραχές, οι οποίες επιδεινώνουν την σωματική τους υγεία.
Όλη τους την ενέργεια τη δίνουν στην εργασία τους, στην οποία δίνονται με μανιακό τρόπο, προσκολλούνται σε ενδιαφέροντα που τους κρατάνε μακριά από το σπίτι τους, αισθάνονται μίσος και ζήλεια για όλους εκείνους που προσπαθούν για την ζωή τους με φυσιολογικό τρόπο.

O παράλογος τρόπος σκέψης κλονίζει την ψυχική τους ισορροπία και παρουσιάζονται φαινόμενα, όπως παραλογισμός, ακαθόριστοι φόβοι, και είτε αδυνατούν να αντιδράσουν είτε η επιθετικότητα τους γίνεται βία που εκδηλώνεται με αυτοκαταστροφικό τρόπο ή εξαπολύεται στους άλλους.
Το νόημα της ζωής τους ασθενεί και συννεφιασμένες σκέψεις ρίχνουν το πέπλο σε κάθε αχτίδα φωτός, η οποία χρειάζεται πίστη για να προβάλει διάχυτα και να τους λούσει με ελπίδα για την ζωή τους.

Η βαθιά και ουσιαστική αγάπη είναι μια βαθιά δέσμευση, όπου δυο άνθρωποι μοιράζονται συναισθήματα, επιθυμίες, βασικές αξίες, ενδιαφέροντα και στόχους, ενώ τα μεστά στοιχεία της σχέσης τους είναι η αμοιβαία αποδοχή, η συναισθηματική κατανόηση, η επιθυμία του ενός για τον άλλον.
Η κατανόηση και η αποδοχή ομορφαίνει τον εσωτερικό τους κόσμο, πλουταίνει την αξία τους, δίνει ώθηση στις πρωτοβουλίες τους και ενισχύει την αίσθηση αυτονομίας τους.

Η έγνοια του ενός προς τον άλλον είναι εμφανής, ενώ συνάμα σέβονται τον εαυτό τους και η συναισθηματική κατάσταση του ενός δεν επηρεάζει τη διάθεση του άλλου και την αποφασιστικότητά του να δράσει ανεξάρτητα, όταν χρειάζεται.
Η εξέλιξη του καθενός ενθαρρύνεται, γιατί νιώθουν ασφάλεια με τον εαυτό τους και δίνουν αξία στον σύντροφό τους. Η γαλήνη τούς περιτυλίγει και κάνει καθετί καλό μέσα τους να αναδύεται και να θέλουν να το επικοινωνήσουν με τους άλλους.

Η εμπιστοσύνη και η αποδοχή της ατομικότητας του άλλου γεννούν την άνεση και την ευχαρίστηση ανάμεσά τους. Το σεξ αποτελεί έκφραση οικειότητας, όπου το σώμα παραδίδεται στην επιθυμία και μέσω αυτής ανοίγεται στην αμοιβαιότητα της απόλαυσης.
Η επικοινωνία κυλάει ελεύθερη ανάμεσά τους και οι διαφορές επιλύονται με σεβασμό ανάμεσά τους. Είναι ειλικρινείς μεταξύ τους και το αίσθημα οικειότητας χαρίζει το ζεστό άγγιγμα στην ψυχή τους, όπου επιτρέπει στον καθένα να είναι πιο εκφραστικός στα συναισθήματά του, πιο δημιουργικός σε εκείνα που οραματίζεται και πλάθει, πιο παραγωγικός σε εκείνα που ποθεί να κυοφορήσει.

Της Αγγελικής Μπολουδάκη
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι

Δεν υπάρχουν σχόλια: